Σε πιο ήσυχους καιρούς, η Στοκχόλμη δεν θα αποτελούσε προφανή προορισμό των πολιτικών που ελπίζουν να βελτιώσουν την κατανόησή τους του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η πρωτεύουσα μιας μικρής οικονομίας στο άκρο της Ευρώπης συνήθως έχει διαφορετικούς επισκέπτες. Κι όμως τον περασμένο χρόνο πολλοί επιφανείς επισκέπτες πέρασαν τις πόρτες του επιβλητικού κτιρίου από μαύρο γρανίτη που στεγάζει την Riksbank, την Κεντρική Τράπεζα της Σουηδίας.
Στόχος τους ήταν να μάθουν αν η απάντηση της Σουηδίας στην κρίση που συγκλόνισε το χρηματοπιστωτικό της σύστημα το 1992 μπορεί να προσφέρει μαθήματα ικανά να βοηθήσουν στη διαχείριση της παρούσας παγκόσμιας κρίσης. Στην Αμερική πολλοί πολιτικοί και σχολιαστές εκφράζονται θετικά ή και με ενθουσιασμό για ό,τι έγινε γνωστό ως ‘σουηδικό μοντέλο’ διαχείρισης των προβληματικών τραπεζών.
Το σουηδικό μοντέλο θεωρήθηκε ως πρότυπο για την ταχεία επίλυση των προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα μέσω της κρατικοποίησης των τραπεζών και της απορρόφησης των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού σε ‘τράπεζες επισφαλειών’. Για τους δεξιόστροφους σχολιαστές, βέβαια, αποτελεί μεταφορά για την ολίσθηση προς τον κεντρικό σχεδιασμό.
Ο πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα υπαινίχθηκε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο μια μεταστροφής, και την εγκατάλειψη της ιαπωνικής απάντησης στα προβλήματα του τραπεζικού τομέα της δεκαετίας του 90, που κατέληξε στη ‘χαμένη δεκαετία’ ανάπτυξης, με επιλογή της σουηδικής προσέγγισης που φαίνεται προτιμότερη. Σήμερα ο Μπο Λούνγκρεν, που ήταν μεταξύ αυτών που εργάστηκαν για την αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης του 1992, αναμένεται στην Ουάσιγκτον, για να δώσει τη μαρτυρία του στην Επιτροπή Εποπτείας του Κογκρέσου, η οποία εποπτεύει το Πρόγραμμα Αγοράς Προβληματικών Στοιχείων Ενεργητικού (TARP) της αμερικανικής κυβέρνησης. Ο Μάθιου Ρίτσαρντσον και ο Νούριελ Ρουμπίνι, και οι δύο καθηγητές της Stern Business School του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, πρόσφατα δήλωσαν: «Τώρα είμαστε όλοι Σουηδοί».
Αλλά η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Γιατί ναι μεν οι συνεντεύξεις με διάφορα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του σουηδικού εγχειρήματος διάσωσης του τραπεζικού τομέα δείχνουν ότι πράγματι υπάρχουν ορισμένες παραλληλίες με την τρέχουσα κρίση, δείχνουν όμως ότι υπάρχουν και σημαντικές διαφορές.
Στην πραγματικότητα το πρώτο με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι οι επισκέπτες που ρωτούν για το εγχείρημα διάσωσης του 1992 είναι η… αμηχανία. «Δεν υπάρχει τίποτα το σουηδικό σε αυτό που ο κόσμος αποκαλεί σουηδικό μοντέλο», λέει ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Σουηδίας Στεφάν Ίνγκβνες. Ο κ. Ίνγκβνες ήταν αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών στις αρχές της δεκαετίας του 90 και τέθηκε επικεφαλής της Αρχής Στήριξης των Τραπεζών, υπηρεσίας που συστάθηκε τότε για την αντιμετώπιση της κρίσης. «Αυτό που κάναμε ήταν να συνδυάσουμε πράγματα, δεν ανακαλύψαμε τον τροχό. Χρησιμοποιήσαμε την ήδη υπάρχουσα γνώση που μπορεί να βρει ο καθένας».
Πλήρης άρθροεδώ
Στόχος τους ήταν να μάθουν αν η απάντηση της Σουηδίας στην κρίση που συγκλόνισε το χρηματοπιστωτικό της σύστημα το 1992 μπορεί να προσφέρει μαθήματα ικανά να βοηθήσουν στη διαχείριση της παρούσας παγκόσμιας κρίσης. Στην Αμερική πολλοί πολιτικοί και σχολιαστές εκφράζονται θετικά ή και με ενθουσιασμό για ό,τι έγινε γνωστό ως ‘σουηδικό μοντέλο’ διαχείρισης των προβληματικών τραπεζών.
Το σουηδικό μοντέλο θεωρήθηκε ως πρότυπο για την ταχεία επίλυση των προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα μέσω της κρατικοποίησης των τραπεζών και της απορρόφησης των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού σε ‘τράπεζες επισφαλειών’. Για τους δεξιόστροφους σχολιαστές, βέβαια, αποτελεί μεταφορά για την ολίσθηση προς τον κεντρικό σχεδιασμό.
Ο πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα υπαινίχθηκε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο μια μεταστροφής, και την εγκατάλειψη της ιαπωνικής απάντησης στα προβλήματα του τραπεζικού τομέα της δεκαετίας του 90, που κατέληξε στη ‘χαμένη δεκαετία’ ανάπτυξης, με επιλογή της σουηδικής προσέγγισης που φαίνεται προτιμότερη. Σήμερα ο Μπο Λούνγκρεν, που ήταν μεταξύ αυτών που εργάστηκαν για την αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης του 1992, αναμένεται στην Ουάσιγκτον, για να δώσει τη μαρτυρία του στην Επιτροπή Εποπτείας του Κογκρέσου, η οποία εποπτεύει το Πρόγραμμα Αγοράς Προβληματικών Στοιχείων Ενεργητικού (TARP) της αμερικανικής κυβέρνησης. Ο Μάθιου Ρίτσαρντσον και ο Νούριελ Ρουμπίνι, και οι δύο καθηγητές της Stern Business School του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, πρόσφατα δήλωσαν: «Τώρα είμαστε όλοι Σουηδοί».
Αλλά η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Γιατί ναι μεν οι συνεντεύξεις με διάφορα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του σουηδικού εγχειρήματος διάσωσης του τραπεζικού τομέα δείχνουν ότι πράγματι υπάρχουν ορισμένες παραλληλίες με την τρέχουσα κρίση, δείχνουν όμως ότι υπάρχουν και σημαντικές διαφορές.
Στην πραγματικότητα το πρώτο με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι οι επισκέπτες που ρωτούν για το εγχείρημα διάσωσης του 1992 είναι η… αμηχανία. «Δεν υπάρχει τίποτα το σουηδικό σε αυτό που ο κόσμος αποκαλεί σουηδικό μοντέλο», λέει ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Σουηδίας Στεφάν Ίνγκβνες. Ο κ. Ίνγκβνες ήταν αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών στις αρχές της δεκαετίας του 90 και τέθηκε επικεφαλής της Αρχής Στήριξης των Τραπεζών, υπηρεσίας που συστάθηκε τότε για την αντιμετώπιση της κρίσης. «Αυτό που κάναμε ήταν να συνδυάσουμε πράγματα, δεν ανακαλύψαμε τον τροχό. Χρησιμοποιήσαμε την ήδη υπάρχουσα γνώση που μπορεί να βρει ο καθένας».
Πλήρης άρθροεδώ
1 σχόλιο:
Οσες προσπάθειες γίνονται για τη επίλυση της κρίσης, μια κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μη το ξεχνάμε, αναφέρονται με το ένα ή τον άλλο τρόπο στο Κράτος. Δηλ. στα χρήματα των φορολογουμένων πολιτών.
Στο ενδιαφέρον αυτό άρθρο, αναφέρεται συνεχώς η πρόθεση αυτή, μέσα απο ενέργειες με διάφορα ονόματα, των κυβερνήσεων, οικονομολόγων, πολιτικών κ.λ.π.
Γεια σου
Δημοσίευση σχολίου