Αδυναμία ορισμού
τής αληθινά ελεύθερης κοινωνίας
με παραδοσιακούς όρους
τής οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ελευθερίας
Ο Γερμανός Χέρμπερτ Μαρκούζε συγκαταλέγεται στη χορεία των σπουδαιοτέρων διανοητών τής μεταδιαφωτιστικής εποχής. Έργα του, όπως το «Έρως και Πολιτισμός» (1955) και «Ο Μονοδιάστατος Άνθρωπος» (1964), ήσαν από αυτά, που σφράγισαν τη σύγχρονη κοινωνική και πολιτική σκέψη. Ήταν από τους ελάχιστους εκείνους διανοητές (μαζί με τον Γκυ Ντεμπόρ, ή τον Κορνήλιο Καστοριάδη), που διαισθάνθηκαν έγκαιρα και εξέφρασαν το κύμα αμφισβήτησης τής σύγχρονης στρατοπεδοποιημένης βιομηχανικής κοινωνίας, το οποίο εκδηλώθηκε στη δεκαετία τού 1960 και σημάδεψε ανεξίτηλα τις δυτικές κοινωνίες. Η επιρροή του ειδικά στα νεανικά κινήματα και στη νεανική πολιτισμική κοσμογονία τής δεκαετίας τού 1960 υπήρξε εμφανέστατη και καθοριστική.
Αναδημοσιεύουμε ένα εξαιρετικά επίκαιρο απόσπασμα από τον «Μονοδιάστατο Άνθρωπο» (ελληνική έκδοση από τις εκδόσεις Παπαζήση), που αποδεικνύει, ότι η κλασική σκέψη είναι τέτοια ακριβώς, επειδή κατορθώνει να συλλάβει τα φαινόμενα και να μην παγιδευθεί στα -συνήθως στημένα- επιφαινόμενα....«Ολοκληρωτισμός δεν είναι μόνο ο τρομοκρατικός πολιτικός ομοιομορφισμός, αλλά και ο μη τρομοκρατικός οικονομικο-τεχνικός ομοιομορφισμός, που λειτουργεί με τη χειραγώγηση των αναγκών στο όνομα ενός γενικού ψευτοσυμφέροντος. Κάτω από τέτοιες συνθήκες αποτελεσματική αντίσταση στο σύστημα δεν μπορεί να γίνει. Ο ολοκληρωτισμός δεν είναι μόνο μια ορισμένη μορφή κυβέρνησης ή κόμματος, είναι ακόμα κι ένα ειδικό σύστημα παραγωγής και διανομής, που εναρμονίζεται απόλυτα με τα «πολλά» κόμματα και τις εφημερίδες, με την «διάκριση των εξουσιών» κ.λπ..
Σήμερα, η πολιτική εξουσία βασίζεται πάνω στη μηχανική διαδικασία και στην τεχνική οργάνωση τού μηχανισμού. Οι κυβερνήσεις των προχωρημένων βιομηχανικών κοινωνιών, κι αυτών που πάνε να γίνουν τέτοιες μπορούν να διατηρηθούν και να υπέρασπισθούν τον εαυτό τους μόνο με την κινητοποίηση, την οργάνωση και την εκμετάλλευση τής απαραίτητης σε μια βιομηχανική κοινωνία τεχνικής, επιστημονικής και μηχανικής παραγωγικότητας. Και η παραγωγικότητα αυτή κινητοποιεί την κοινωνία σαν σύνολο περνώντας πάνω από κάθε ιδιαίτερο συμφέρον, είτε γιά άτομα είτε γιά ομάδες πρόκειται.
Η βιομηχανική κοινωνία έφτασε στο στάδιο εκείνο, όπου πια δεν μπορούμε να ορίσουμε μια αληθινά ελεύθερη κοινωνία χρησιμοποιώντας τούς παραδοσιακούς όρους τής οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ελευθερίας. Όχι γιατί οι ελευθερίες αυτές έχασαν τη σημασία τους, αλλά αντίθετα γιατί έχουν πάρα πολλή σημασία για να μπορούν να περιοριστούν στα παραδοσιακό πλαίσιο.
Μόνο αρνητικοί όροι μπορούν να εκφράσουν αυτές τις καινούργιες μορφές, γιατί ακριβώς αποτελούν άρνηση των μορφών που κυριαρχούν.
Έτσι, οικονομική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση απ΄ την οικονομία, απ΄ τον καταναγκασμό, που ασκείται με τις οικονομικές σχέσεις και δυνάμεις, απελευθέρωση απ΄ την καθημερινή πάλη για την ύπαρξη, απαλλαγή απ΄ την ανάγκη να κερδίζουμε τη ζωή μας.
Πολιτική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση απ΄ την πολιτική αυτή, που πάνω της τα άτομα δεν μπορούν να ασκήσουν ουσιστικό έλεγχο.
Πνευματική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει αποκατάσταση τής ατομικής σκέψης, πνιγμένης σήμερα από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και θύμα τής διαπαιδαγώγησης, κι ακόμη θα πρέπει να σημαίνει, ότι θα πάψουν να υπάρχουν κατασκευαστές τής «κοινής γνώμης» κι ακόμη και κοινή γνώμη.
Αν οι προτάσεις αυτές έχουν έναν τόνο εξωπραγματικό, αυτό δεν συμβαίνει επειδή είναι ουτοπικές, αλλά επειδή οι δυνάμεις που τις αντιμάχονται είναι ισχυρές. Έχουν γι΄ αυτή τη μάχη ενάντια στην απελευθέρωση ένα σημαντικό και μόνιμο όπλο, την καθιέρωση υλικών και πνευματικών αναγκών, που διαιωνίζουν τις ξεπερασμένες μορφές τής πάλης γιά την ύπαρξη.
Η ένταση, η ικανοποίηση κι ο χαρακτήρας ακόμη των αναγκών τού ανθρώπου, εκτός απ΄ τον βιολογικό χώρο, πάντοτε ετεροκαθορίστηκαν. Το να κάνεις ή να μην κάνεις, να χρησιμοποιείς ή να καταστρέφεις, να παίρνεις ή να πετάς κάτι, θεωρήθηκαν πάντα σαν ανάγκες απ΄ τη στιγμή που έγιναν πράγματα αναγκαία κι απαραίτητα για τους κυρίαρχους θεσμούς τα συμφέροντα. Μ΄ αυτή την έννοια οι ανθρώπινες ανάγκες είναι ανάγκες ιστορικές και, απέναντι σε μια κοινωνία, που καταπιέζει το άτομο, οι ανάγκες των ατόμων και το δικαίωμα ικανοποίησής τους θα πρέπει να καθορίζονται με βάση κριτήρια τέτοια, που να ξεπερνούν την τωρινή κατάσταση και να διαγράφουν για τις ανάγκες μιά κλίμακα αξιών, που να βρίσκεται σε αληθινή εναρμόνιση με την ανθρώπινη πραγματικότητα.
Μπορούμε να διακρίνουμε τις ανάγκες σε αληθινές και σε πλαστές. Είναι «πλαστές» αυτές, που ιδιαίτερα κοινωνικά συμφέροντα επιβάλλουν στο άτομο: οι ανάγκες, που δικαιολογούν την ξεθεωτική δουλειά, την επιθετικότητα, την εξαθλίωση, την αδικία. Η ικανοποίησή τους ίσως να δημιουργεί την ευημερία για το άτομο, αλλά μιά τέτοια ευημερία, που εμποδίζει το άτομο να καταλάβει τη γενική καχεξία και να αντιληφθεί τις ευκαιρίες για την εξαφάνισή της δεν θα πρέπει σε καμμιά περίπτωση να περιφρουρείται. Το ακοτέλεσμα είναι τότε η ευφορία μέσα στη δυστυχία. Να αναπαύεσαι, να διασκεδάζεις, να δρας και να καταναλώνεις, οπως όλοι οι άλλοι, να αγαπάς και να μισείς ό,τι αγαπούν και μισούν οι άλλοι, αυτά στο μεγαλύτερό τους μέρος είναι ανάγκες πλαστές.
Το κοινωνικό περιεχόμενο και η λειτουργία αυτών των αναγκών καθορίζονται από δυνάμεις εξωτερικές, πού το άτομο δεν μπορεί να ελέγξει· έχουν ετερόνομη ανάπτυξη και ικανοποίηση. Το γεγονός, ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζει το άτομο ανανεώνουν και δυναμώνουν συνεχώς αυτές τις ανάγκες, με αποτέλεσμα το άτομο να τις κάνει δικές του πια, να συνταυτιστεί μ΄ αυτές και να αναζητά τον εαυτό του στην ικανοποίησή τους, δεν αλλάζει σε τίποτα το πρόβλημα. Οι ανάγκες παραμένουν αυτό που πάντα ήταν, προϊόντα μιας κοινωνίας, που τα κυρίαρχα συμφρέροτά της απαιτούν την καταπίεση.
Οι καταπιεστικές ανάγκες είναι οι ισχυρότερες, αυτό είναι γεγονός τετελεσμένο, καθιερωμένο, απ΄ την ήττα και την αμάθεια. Είναι όμως ένα γεγονός, που πρέπει ν΄ αλλάξει και το «ευημερούν» άτομο έχει το ίδιο συμφέρον γι΄ αυτό μ΄ αυτούς, που πληρώνουν την ευημερία του με την αθλιότητά τους. Στο επίπεδο που έχει φτάσει ο πολιτισμός, οι μόνες ανάγκες, που απαιτούν απόλυτη ικανοποίηση, είναι οι βιοτικές, η τροφή, η στέγη, τα ρούχα. Η ικανοποίηση αυτών των αναγκών είναι ο απαραίτητος όρος για την ικανοποίηση όλων των αναγκών, πνευματικών και μη.
Κάθε συνειδητοποίηση, κάθε εμπειρία που δεν δέχεται τα κυρίαρχα κοινωνικά συμφέροντα σαν τον υπέρτατο νόμο σκέψης και συμπεριφοράς, θα πρέπει να αμφισβητήσει τις ανάγκες και τις ικανοποιήσεις του κατεστημένου με τους όρους τού αληθινού και τού πλαστού. Οι όροι αυτοί είναι προπάντων ιστορικοί και έχουν ιστορική αντικειμενικότητα. Η αξιολόγηση των αναγκών και της ικοινοποίησής τους, σε δοσμένες συνθήκες, επιβάλλει την παραδοχή κριτηρίων προτεραιότητας, κριτηρίων που να έχουν σχέση με την ποιοτικά ανώτερη εξέλιξη τού άτομου, χάρη στην ποιοτικά ανώτερη χρησιμοποίηση των υλικών και πνευματικών εφοδίων, που διαθέτουν και που μπορούμε να τα υπολογίσουμε. Οι όροι «αλήθεια» και «πλαστότητα» των αναγκών εκφράζουν αντικειμενικές καταστάσεις, σε βαθμό που η ικανοποίηση σε παγκόσμια κλίμακα των βιοτικών αναγκών και, παραπέρα, η προοδευτική ελάττωση τής εξοντωτικής εργασίας και τής φτώχειας, αποτελούν κριτήρια με παγκόσμια ισχύ. Αλλά, σαν ιστορικά κριτήρια που είναι, ποικίλλουν ανάλογα με τις περιοχές και το επίπεδο ανάπτυξής τους· έπειτα, μπορούμε να τα ορίσουμε μονάχα αν αντιμάχονται (περισσότερο ή λιγότερο) τα κυρίαρχα κριτήρια. Ποιό δικαστήριο όμως, θα αποφανθεί γι΄ αυτό;
Σε τελευταία ανάλυση, τα ίδια τα άτομα είναι εκείνα, που θ΄ απαντήσουν σ΄ αυτό το ζήτημα των αληθινών και των πλαστών αναγκών, αλλά μόνο σε τελευταία ανάλυση, όταν δηλαδή θα είναι ελεύθερα να δώσουν τις καθαρά δικές τους απαντήσεις. Όσο δεν έχουν καμμία αυτονομία, όσο είναι ετερόφωτα κι ετεροκαθοριζόμενα (έστω και στο επίπεδο των ενστίκτων τους), η απάντηση που θα δίνουν δεν θα μπορεί να θεωρηθεί σαν δική τους. Για τον ίδιο λόγο, ομως, κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να διεκδικήσει το δικαίωμα να καθορίσει τις ανάγκες που θα πρέπει να καλλιεργηθούν και ικανοποιηθούν. Ένα τέτοιο δικκαστήριο θα πρέπει να το απορρίψουμε· απ΄ την άλλη όμως, αυτό δεν θα πρέπει να μας κάνει να παρατήσουμε το πρόβλημα: με ποιό τρόπο, άνθρωποι, που έχουν υποστεί αποτέλεσματική και πετυχημένη κυριάρχηση θα μπορέσουν να πλάσουν οι ίδιοι τις συνθήκες τής ελευθερίας;
Περισσότερα: http://www.freeinquiry.gr/pro.php?id=1366
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου