Η γέφυρα του Ορεσουντ συνδέει το Μάλμο της Σουηδίας με την Κοπεγχάγη στη Δανία και αποτελεί σύμβολο δυο χωρών που αποφάσισαν να καταργήσουν τα σύνορά τους δημιουργώντας μια κοινή περιοχή για τα δυο έθνη. Η απόφαση για την κατασκευή της γέφυρας ελήφθη το καλοκαίρι του 1991 από το Ρίκσνταγκ και το Φόλκετινγκ, το σουηδικό και το δανικό κοινοβούλιο αντίστοιχα.
Στα εγκαίνια, όμως, που πραγματοποιήθηκαν την 1η Ιουλίου του 2000, η ατμόσφαιρα ήταν κάπως βαριά. Το έργο είχε συναντήσει την έντονη αντίδραση των οικολόγων, οι οποίοι είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους με μεγάλες διαδηλώσεις.
Το υψηλό κόστος κατασκευής που υπολογιζόταν ότι θα έφτανε τα 3 δισεκατομμύρια, προκάλεσε τις διαμαρτυρίες διάφορων επαρχιών, οι οποίες ζητούσαν χρήματα για επενδύσεις. Ορισμένοι αναλυτές προέβλεπαν αύξηση της εγκληματικότητας, θεωρώντας ότι οι τοπικές μαφίες θα χρησιμοποιούσαν τη γέφυρα ως δίοδο για τη διακίνηση προσώπων, όπλων και ναρκωτικών.
Ανάμεσα στις δυο χώρες, πάντως, υπήρχαν ορισμένες διαφορές. Οι κάτοικοι των νότιων περιοχών της Σουηδίας είχαν εμπιστοσύνη στο σχέδιο. Αντίθετα, οι Δανοί δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενθουσιασμό....Η κοινή γνώμη ήταν αδιάφορη, ενώ δεν έλειπαν τα ειρωνικά σχόλια για το στερεότυπο του μετρημένου και ευγενικού Σουηδού, η ζωή του οποίου ρυθμίζεται από το ωράριο των systembolaget, των καταστημάτων που πωλούν αλκοόλ, και από ένα κράτος που την ίδια στιγμή είναι προστάτης και «μεγάλος αδελφός».
Σα να μην έφταναν όλα αυτά, τους πρώτους μήνες και πέρα από κάθε πρόβλεψη η κίνηση στη γέφυρα ήταν μειωμένη. Έπειτα όμως από το αυτό το δύσκολο ξεκίνημα, η κίνηση άρχισε να αυξάνεται, οι συμφωνίες συνεργασίας και οι ανταλλαγές ανάμεσα στα έντεκα πανεπιστήμια και τα λύκεια της περιοχής του Ορεσουντ εντάθηκαν.
Καθώς συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τη λειτουργία της, η γέφυρα παρουσιάζει μια αύξηση στην κίνηση των οχημάτων της τάξης του 141% σε σχέση με το 2001. Το 2009 διέσχιζαν ημερησίως τη γέφυρα 72.000 άτομα - 43.000 με αυτοκίνητο, 30.400 με το τρένο- και 26 εκατομμύρια ολόκληρο τον χρόνο. Όπως σημειώνει η σουηδική εφημερίδα Expressen, οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν ότι η ενοποίηση των δυο χωρών ενισχύεται.
Αυτή την άποψη ενισχύει και ένα άλλο στατιστικό δεδομένο: πριν από την κατασκευή της γέφυρας οι εργαζόμενοι που περνούσαν από τη μια χώρα στην άλλη ήταν μόλις 2.000. Το 2009 είχαν φτάσει τους 20.400. Το 95% κατοικεί στη Σουηδία και εργάζεται στη Δανία. Από την άλλη μεριά, στο Μάλμο έχουν εγκατασταθεί 291 δανικές επιχειρήσεις που απασχολούν 5.400 εργαζόμενους.
Ανάμεσα στους Δανούς του Μάλμο είναι και η 36χρονη Ιντα Χάστρουπ, η οποία εγκαταστάθηκε στη συνοικία Χούσιε της σουηδικής πόλης μαζί με το σύζυγό της και την κόρη της πριν από πέντε χρόνια.
Η Ιντα Χάστρουπ εργάζεται στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης. Αλλά προτιμά να ζει στη Σουηδία γιατί, όπως λέει, «ο κόσμος εδώ σέβεται τους κανόνες». Η μεγαλύτερη διαφορά που βλέπει ανάμεσα στις δυο χώρες είναι στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι νέοι: «Στη Σουηδία αντιπροσωπεύουν το μέλλον, στη Δανία έχουν μπει σε δεύτερη μοίρα».
Τώρα πια, ακόμη και οι οικολόγοι των απαισιόδοξων προβλέψεων και της ανησυχίας για την βιοποικιλότητα της περιοχής, έχουν πεισθεί τόσο για τις μηδενικές συνέπειες στο περιβάλλον όσο και για την χρησιμότητα της γέφυρας.
Οι πυλώνες της γέφυρας και το αιολικό πάρκο του Λίλγκρουντ συνέβαλαν στη δημιουργία ενός τεχνητού φράκτη προστασίας του περιβάλλοντος. Σχεδόν όλοι οι οικονομικοί κλάδοι ενισχύθηκαν - το εμπόριο, η έρευνα, ο τουρισμός, η αγορά εργασίας και η αγορά ακινήτων.
Αυτή η ενοποίηση και τα λαμπρά της αποτελέσματα, δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε ένα νέο έθνος, το «έθνος του Ορεσουντ». Όπως επισημαίνει στη σουηδική εφημερίδα ο καθηγητής Εθνολογίας στο πανεπιστήμιο του Λουντ, Ορβαρ Λόγκφρεν, «είναι σημαντικό να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα, τις ιδιαιτερότητες μας και τις διαφορές μας. Αυτές οι ιδιαιτερότητες και διαφορές καθιστούν ενδιαφέρουσα και δυναμική τη ζωή στην περιοχή και αυτές μας ελκύουν από την άλλη πλευρά των στενών».
Για να γιορτάσουν τη δέκατη επέτειο της γέφυρας, η εφημερία της Δανίας Politiken και η σουηδική Sydsvenskan δημοσίευσαν από κοινού ένα ένθετο υπό τον τίτλο «Bront» («Γέφυρα»). «Η γέφυρα δεν είναι μόνο ένα αρχιτεκτονικό έργο. Άνοιξε τους ορίζοντες και στις δυο χώρες», έγραψαν οι δυο εφημερίδες στο κύριο άρθρο του ένθετου.
nooz.gr
Στα εγκαίνια, όμως, που πραγματοποιήθηκαν την 1η Ιουλίου του 2000, η ατμόσφαιρα ήταν κάπως βαριά. Το έργο είχε συναντήσει την έντονη αντίδραση των οικολόγων, οι οποίοι είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους με μεγάλες διαδηλώσεις.
Το υψηλό κόστος κατασκευής που υπολογιζόταν ότι θα έφτανε τα 3 δισεκατομμύρια, προκάλεσε τις διαμαρτυρίες διάφορων επαρχιών, οι οποίες ζητούσαν χρήματα για επενδύσεις. Ορισμένοι αναλυτές προέβλεπαν αύξηση της εγκληματικότητας, θεωρώντας ότι οι τοπικές μαφίες θα χρησιμοποιούσαν τη γέφυρα ως δίοδο για τη διακίνηση προσώπων, όπλων και ναρκωτικών.
Ανάμεσα στις δυο χώρες, πάντως, υπήρχαν ορισμένες διαφορές. Οι κάτοικοι των νότιων περιοχών της Σουηδίας είχαν εμπιστοσύνη στο σχέδιο. Αντίθετα, οι Δανοί δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενθουσιασμό....Η κοινή γνώμη ήταν αδιάφορη, ενώ δεν έλειπαν τα ειρωνικά σχόλια για το στερεότυπο του μετρημένου και ευγενικού Σουηδού, η ζωή του οποίου ρυθμίζεται από το ωράριο των systembolaget, των καταστημάτων που πωλούν αλκοόλ, και από ένα κράτος που την ίδια στιγμή είναι προστάτης και «μεγάλος αδελφός».
Σα να μην έφταναν όλα αυτά, τους πρώτους μήνες και πέρα από κάθε πρόβλεψη η κίνηση στη γέφυρα ήταν μειωμένη. Έπειτα όμως από το αυτό το δύσκολο ξεκίνημα, η κίνηση άρχισε να αυξάνεται, οι συμφωνίες συνεργασίας και οι ανταλλαγές ανάμεσα στα έντεκα πανεπιστήμια και τα λύκεια της περιοχής του Ορεσουντ εντάθηκαν.
Καθώς συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τη λειτουργία της, η γέφυρα παρουσιάζει μια αύξηση στην κίνηση των οχημάτων της τάξης του 141% σε σχέση με το 2001. Το 2009 διέσχιζαν ημερησίως τη γέφυρα 72.000 άτομα - 43.000 με αυτοκίνητο, 30.400 με το τρένο- και 26 εκατομμύρια ολόκληρο τον χρόνο. Όπως σημειώνει η σουηδική εφημερίδα Expressen, οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν ότι η ενοποίηση των δυο χωρών ενισχύεται.
Αυτή την άποψη ενισχύει και ένα άλλο στατιστικό δεδομένο: πριν από την κατασκευή της γέφυρας οι εργαζόμενοι που περνούσαν από τη μια χώρα στην άλλη ήταν μόλις 2.000. Το 2009 είχαν φτάσει τους 20.400. Το 95% κατοικεί στη Σουηδία και εργάζεται στη Δανία. Από την άλλη μεριά, στο Μάλμο έχουν εγκατασταθεί 291 δανικές επιχειρήσεις που απασχολούν 5.400 εργαζόμενους.
Ανάμεσα στους Δανούς του Μάλμο είναι και η 36χρονη Ιντα Χάστρουπ, η οποία εγκαταστάθηκε στη συνοικία Χούσιε της σουηδικής πόλης μαζί με το σύζυγό της και την κόρη της πριν από πέντε χρόνια.
Η Ιντα Χάστρουπ εργάζεται στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης. Αλλά προτιμά να ζει στη Σουηδία γιατί, όπως λέει, «ο κόσμος εδώ σέβεται τους κανόνες». Η μεγαλύτερη διαφορά που βλέπει ανάμεσα στις δυο χώρες είναι στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι νέοι: «Στη Σουηδία αντιπροσωπεύουν το μέλλον, στη Δανία έχουν μπει σε δεύτερη μοίρα».
Τώρα πια, ακόμη και οι οικολόγοι των απαισιόδοξων προβλέψεων και της ανησυχίας για την βιοποικιλότητα της περιοχής, έχουν πεισθεί τόσο για τις μηδενικές συνέπειες στο περιβάλλον όσο και για την χρησιμότητα της γέφυρας.
Οι πυλώνες της γέφυρας και το αιολικό πάρκο του Λίλγκρουντ συνέβαλαν στη δημιουργία ενός τεχνητού φράκτη προστασίας του περιβάλλοντος. Σχεδόν όλοι οι οικονομικοί κλάδοι ενισχύθηκαν - το εμπόριο, η έρευνα, ο τουρισμός, η αγορά εργασίας και η αγορά ακινήτων.
Αυτή η ενοποίηση και τα λαμπρά της αποτελέσματα, δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε ένα νέο έθνος, το «έθνος του Ορεσουντ». Όπως επισημαίνει στη σουηδική εφημερίδα ο καθηγητής Εθνολογίας στο πανεπιστήμιο του Λουντ, Ορβαρ Λόγκφρεν, «είναι σημαντικό να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα, τις ιδιαιτερότητες μας και τις διαφορές μας. Αυτές οι ιδιαιτερότητες και διαφορές καθιστούν ενδιαφέρουσα και δυναμική τη ζωή στην περιοχή και αυτές μας ελκύουν από την άλλη πλευρά των στενών».
Για να γιορτάσουν τη δέκατη επέτειο της γέφυρας, η εφημερία της Δανίας Politiken και η σουηδική Sydsvenskan δημοσίευσαν από κοινού ένα ένθετο υπό τον τίτλο «Bront» («Γέφυρα»). «Η γέφυρα δεν είναι μόνο ένα αρχιτεκτονικό έργο. Άνοιξε τους ορίζοντες και στις δυο χώρες», έγραψαν οι δυο εφημερίδες στο κύριο άρθρο του ένθετου.
nooz.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου