«Υποτίθεται ότι θα πετούσα στη Φιλανδία για να εμφανιστώ σε μια τηλεοπτική εκπομπή, αλλά συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να μείνω στις Βρυξέλλες», λέει ο κ. Ρεν. «Συγκεντρωθήκαμε από νωρίς το πρωί του Σαββάτου και επεξεργαστήκαμε τις προτάσεις μας για 24 ώρες έτσι ώστε να είμαστε έτοιμοι έως τη 1 τη νύχτα της Κυριακής».
Από μία ιδιοτροπία της τύχης, ωστόσο, η συνάντηση των υπουργών επρόκειτο να αρχίσει καθυστερημένα. Μόλις ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έφτασε στις Βρυξέλλες αρρώστησε και έπρεπε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. «Η απουσία του προκάλεσε σοκ», θυμάται η Γαλλίδα ομόλογός του Κριστίν Λαγκάρντ. «Είπα, ‘δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς τη Γερμανία, ας περιμένουμε’. Αλλά υπήρχε θέμα γιατί η ώρα περνούσε. Και γνωρίζαμε ότι έπρεπε να καταλήξουμε σε συμφωνία πριν το άνοιγμα των ασιατικών αγορών αφού το ευρώ είχε τεθεί στο στόχαστρο».... Τον Σόιμπλε αντικατέστησε εν τέλει ο Τόμας ντε Μεζιέρ, Υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας. Επιστρατεύθηκε από μια εκδρομή που έκανε στα δάση της Δρέσδης και μεταφέρθηκε επειγόντως με κυβερνητικό αεροπλάνο στις Βρυξέλλες. Ακόμα και πριν την άφιξή του πάντως, ήταν σαφές ότι η Γερμανία συναινούσε στις προτάσεις της Επιτροπής.
Το αρχικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προέβλεπε την ίδρυση ενός ταμείου διάσωσης της Ευρωζώνης με χρηματοδότηση πολλών δις δολαρίων, το οποίο θα ετίθεντο υπό την αιγίδα της ΕΕ και θα είχε τη δυνατότητα έκδοσης ομολόγων, στηριζόμενα από κρατικές εγγυήσεις. Αλλά η Γερμανία δεν ήθελε να τεθεί το ταμείο υπό την αιγίδα της ΕΕ, επέμενε δε σε κάθε χώρα που θα ζητούσε χρηματοδοτική συνδρομή, να της παράσχονταν διμερή δάνεια από τις άλλες κυβερνήσεις, όπως είχε γίνει και στην περίπτωση της Ελλάδας.
Εν τω μεταξύ οι νομικοί σύμβουλοι της ΕΕ είχαν προειδοποιήσει την Επιτροπή ότι το σχέδιό της ήταν ασυμβίβαστο με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ο Όλι Ρεν σημειώνει: «Αν η Γερμανία είχε στηρίξει τις προτάσεις της Επιτροπής θα περνούσαν. Αλλά οι Γερμανοί διατύπωσαν την ένσταση ότι μπορεί να μην καταφέρουν να περάσουν αυτές τις προτάσεις από το Συνταγματικό τους Δικαστήριο».
Μετά από μια τηλεφωνική διάσκεψη μεταξύ της Αγγέλα Μέρκελ και του Νικολά Σαρκοζί, επετεύχθη τελικά συμφωνία, παρέμενε όμως σε εκκρεμότητα το ζήτημα των χρημάτων που θα έπρεπε να αντληθούν σε περίπτωση ανάγκης. Επρόκειτο για ένα δυσθεώρητο ποσό 500 - 600 δισεκατομμυρίων ευρώ ευρωπαϊκών κονδυλίων, εγγυημένων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και για 440 δις με κρατικές εγγυήσεις της χωρών μελών της Ευρωζώνης. Συν τοις άλλοις, ο κ. Ντομινίκ Στρος Καν είχε ήδη διαβεβαιώσει τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι το ΔΝΤ θα συνέβαλε με το ήμισυ οποιουδήποτε ποσού συμφωνούσαν οι Ευρωπαίοι. Αυτό μεταφράζονταν σε 250 δις ευρώ, επομένως είχαμε ένα συνολικό ποσό 750 δις ευρώ για το σύνολο της Ευρωζώνης.
Μεσολάβησαν ακόμη τα τηλεφωνήματα του Αμερικανού προέδρου Μπάρακ Ομπάμα στην Αγγέλα Μέρκελ και τους άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, καθώς και μια τηλεφωνική συνδιάσκεψη με τη συμμετοχή υπουργών των G7, εκ των οποίων οι τέσσερις είναι Ευρωπαίοι. «Υπήρχαν πολλές παράλληλες διαδικασίες: οι διαπραγματεύσεις της Ευρώπης των 27 στις Βρυξέλλες, οι συνομιλίες των G7, οι τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ Σαρκοζί και Μέρκελ», λέει η κ. Λαγκάρντ. «Ήμουν ο σύνδεσμος ανάμεσα στη συνδιάσκεψη των G7 και στη συνδιάσκεψη των 27 της Ευρώπης επειδή η Ισπανίδα Υπουργός Οικονομικών Έλενα Σαλγκάντο προήδρευε της ευρωπαϊκής συνάντησης και ο Σόιμπλε βρισκόταν στο νοσοκομείο. Μερικές φορές είχα δύο κλήσεις σε εξέλιξη, τους G7 στο ένα αυτί, και τους 27 της Ευρώπης στο άλλο».
Η οριστικοποίηση της συμφωνίας πήρε χρόνο. Πολλές κυβερνήσεις φοβούνταν να επιστρέψουν στα εθνικά τους κοινοβούλια λίγο μετά μετά την ελληνική διάσωση και να ζητήσουν ξανά κάποια δις ευρώ χρηματοδοτικής συνδρομής για γείτονες που θα αντιμετώπιζαν δυσκολίες. Ήθελαν έναν διαφορετικό μηχανισμό αλλά κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τι μορφή θα μπορούσε να πάρει. Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα όταν ο κ. Λαγκάρντ πρότεινε ένα μικρό διάλειμμα. «Ένιωθα την πίεση, κοίταζα το ρολόι μου», λέει.
Σύμφωνα με τον κ. Ρεν, ο συμβιβασμός που έδωσε διέξοδο ήταν πρόταση του Μάαρτνε Βέρβεϊ, διευθυντή διεθνών σχέσεων του ολλανδικού Υπουργείου Οικονομικών. Ο Μ. Βέρβεϊ πρότεινε ένα ‘όχημα ειδικού σκοπού’ με δικαίωμα άντλησης κεφαλαίων και στήριξη κρατικών εγγυήσεων ύψους 440 δις ευρώ. Η Γερμανία, ικανοποιημένη που το όχημα ειδικού σκοπού δεν θα ετίθεντο υπό τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και που κάθε ενδεχόμενο έκδοσης κοινών ομολόγων της Ευρωζώνης είχε αποφευχθεί, έδωσε την έγκρισή της.
Η συμφωνία επέτρεψε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ανακοινώσει ότι θα έθετε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα εξαγοράς κρατικών ομολόγων με σκοπό τη σταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η απόφαση αυτή προκάλεσε μεγάλες αντιπαραθέσεις στη Γερμανία, όπου ερμηνεύθηκε σαν υποχώρηση στις γαλλικές πολιτικές πιέσεις. Σύντομα έγινε γνωστό ότι ο Άξελ Βέμπερ, ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης, διαφώνησε με τους συναδέλφους του και αντιτάχθηκε στην κίνηση.
Παρά ταύτα, η πρωτοβουλία κέρδισε τα άκρως ευμενή σχόλια πολλών Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. «Η απόφαση της ΕΚΤ για παρέμβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές ήταν πολύ καλή και όπως κάθε καλή απόφαση θα έπρεπε να έχει ληφθεί νωρίτερα», σχολίασε με πικρία ο Γιάτσεκ Ροστόβσκι της Πολωνίας.
Μέσα στη νύχτα της 9ης Μαΐου οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρώπης βεβαιώθηκαν ότι η ΕΚΤ δεν τους εγκατέλειπε. Αλλά ούτε ο κ. Τρισέ στη Βασιλεία ούτε ο Λουκάς Παπαδήμος της Ελλάδας, που ήταν ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ στη συνάντηση των Βρυξελλών, αποκάλυψαν το παραμικρό για τα σχέδια της ΕΚΤ. «Ήμασταν σίγουροι για την υποστήριξη της ΕΚΤ αλλά ο Τρισέ επέμενε στην περιφρούρηση του αυτόνομου ρόλου του – κανένας πολιτικός δεν θα μου πει τι να κάνω κοκ.», θυμάται ο κ. Ντάρλινγκ.
«Ένας ή δύο υπουργοί είπαν ‘Κι αν δεν το κάνει;’ και κάποιος απάντησε ‘Αν δεν το κάνει, τελειώσαμε’. Ήταν λοιπόν απολύτως σαφές ότι χρειαζόμασταν και τις δύο πλευρές – υπουργούς και ΕΚΤ – στην υπόθεση. Αλλά η ΕΚΤ ήταν κατηγορηματική ότι δεν επρόκειτο να κινηθεί αν δεν κινούνταν πρώτοι οι υπουργοί».
Εκείνη την ημέρα ανέκυψαν κι άλλες δυσκολίες. Μια εξ αυτών είχε να κάνει με την ανάγκη να πειστούν η Ισπανία και η Πορτογαλία ώστε να δεσμευτούν στην προώθηση νέων μέτρων λιτότητας προκειμένου να ανακουφίσουν τις πιέσεις στις αγορές ομολόγων. Μια δεύτερη πήγαζε από την άρνηση της Βρετανίας να δεσμεύσει οποιοδήποτε ποσό για το ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης με το επιχείρημα ότι η σωτηρία του ευρώ αφορούσε τις χώρες της Ευρωζώνης και μόνον αυτές.
«Η βρετανική θέση δεν ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητική», επισημαίνει ο Υπουργός Οικονομικών της Σουηδίας Άντερς Μποργκ. «Οι Βρετανοί θα πληρώσουν το κόστος γι’ αυτό κάπου στο μέλλον. Σε μια τόσο ευαίσθητη συγκυρία το να κάνεις τόσο κατηγορηματικές δηλώσεις δεν είναι ιδιαίτερα σοφό και δεν πρόκειται να ξεχαστεί εύκολα». Παρά ταύτα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες πέτυχαν – κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή – να διασφαλίσουν χρόνο για την αποκατάσταση της τάξης στην Ευρωζώνη.
sofokleous10.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου